Saturday, February 7, 2009

Δολοφόνος (κι εγώ χορευω μόνος)

Βασικά δε ξέρω τι συναισθήματα θα σας δημιουργείσει το παρακάτω. Απλά δείτε το και πειτε μου....

Thursday, February 5, 2009

Ο Σωκράτης συναντά τον Ιησού

-Σωκράτης:Καλημέρα, Ιησού, έχω ακούσει τόσα για την θαυμαστή διδασκαλία σου. Με τον δικό μου σεμνό τρόπο είμαι ένας φιλόσοφος εδώ στην Αθήνα. Μου είπαν ότι έχεις μεγάλη σοφία και αυτό είναι εμφανές από τα πλήθη αυτών που σε ακολουθούν στος δρόμους. Αν έχεις δύο λεπτά καιρό, θα εκτιμούσα εάν με διαφώτιζες με τις απαντήσεις σου σε κάποια ανοιγματικά προβλήματα που με φασανίζουν σε ολόκληρη τη ζωή μου.

-Ιησούς: Είμαι σαν ένας αλιέας ανδρών που αναζητεί ακολούθους. Φέρνω την αλήθεια του θεού σε όλη την ανθρωπότητα. Ψάξε και θα βρεις, ρώτα και θα λάβεις απάντηση, χτύπα και θα ανοιχτεί μπροστά σου.

-Σωκράτης: Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα που πάντα κυριαρχούσε στη σκέψη μου. Αν και ήταν ανέκαθεν ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στην αναζήτησή μου για την αλήθεια και το νόημα, είμαι βέβαιος ότι με τις γνώσεις σου θα το βρεις πολύ πιο εύκολο και θα με θεωρήσεις έναν ανόητο ηλικιωμένο. Πάντα επιθυμούσα να ζήσω με τιμή και ευγένεια, αλλά φαίνεται ότι απλά σκόνταψα στη ζωή χωρίς καλά καλά να μάθω τι είναι τιμή και τι ευγένεια. Με την περιορισμένη μου αντίληψη, συχνά φαντάζει σε μένα ότι η ζωή, με όλη της την βιασύνη και φασαρία, πραγματικά δεν υποδείκνυει τίποτα. Πες μου σε παρακαλώ: Πως πρέπει να ζει ένας άνδρας, ποιος ο σκοπός της ζωής;

-Ιησούς: Να υπηρετείς και να λατρεύεις τον θεό.

-Σωκράτης: Ποιο θεό;

-Ιησούς: Υπάρχει μόνο ένας θεός.

-Σωκράτης: Ω! Θα έπρεπε να ζεις εδώ στην Αθήνα. Έχουμε αρκετούς για να διαλέξεις.

-Ιησούς: Υπάρχει μόνο ένα αληθινός θεός.

-Σωκράτης: Φυσικά. Και ποιος είναι αυτός;

-Ιησούς: Ο αληθινός θεός είναι Κύριος ο θεός.

-Σωκράτης: Ναι. Αλλά ποιος είναι Κύριος ο θεός; Ή τι είναι;

-Ιησούς: Είναι η απόλυτη σοφία, αγάπη, κατανόηση, ειρήνη, και έλεος. Είναι ο δημιουργός των Ουρανών και της Γης και όλων των πραγμάτων στο σύμπαν.

-Σωκράτης: Όλων των πραγμάτων;

-Ιησούς: Ναι, όλων των πραγμάτων. Είναι παντοδύναμος. Είναι ο κύριος και ελεγκτής και δημιουργός όλων των πραγμάτων. Ο πανταχού-παρών που τίποτα δεν μπορεί να συμβεί χωρίς να το γνωρίζει εκ των προτέρων.

-Σωκράτης: Δημιούργησε λοιμούς, πολέμους, θάνατο, τυρρανία και κακό;

-Ιησούς: Όχι. Αυτά τα πράγματα και όλα τα άλλα δεινά και τραγωδίες είναι του Σατανά, του πρίγκιππα του σκότους, ή από τις ανθρώπινες αδυναμίες και την σατανική φύση. Ο θεός είναι αγαθός και άκακος, μόνο καλό μπορεί να βγει από αυτόν.

-Σωκράτης: Και ποιός στα καλά καθούμενα είναι ο Σατανάς; Σίγουρα θα πρέπει να είναι ένας θεός για να μπορεί να τιμωρεί με πανολεθρίες το ανθρώπινο είδος. Παρ’όλα αυτά είχες μόλις πει ότι υπάρχει μόνο ένας Θεός. Επίσης είχες πει ότι όλες αυτές οι υπάρξεις προέρχονται από τον Θεό. Και τώρα λές ότι μόνο το καλό έρχεται από τον Θεό και όλο το κακό προέρχεται από κάποιον που λέγεται Σατανάς. Αυτά φαίνονται να είναι αντιφάσεις. Φοβάμαι πως η θρησκεία σου είναι μακράν πιο πολύπλοκη γι’αυτό το παλιομυαλό να το καταλάβει. Παρ’όλα αυτά θα είμαι ένας διψασμένος μαθητής και θα προσπαθήσω σκληρά να καταλάβω, αν όμως με βοηθήσεις. Σε παρακαλώ εξήγησε: ποιός είναι ο Σατανάς και πως μπορεί όλα τα πράγματα να προέρχονται από τον Θεό και όμως να μην προέρχονται από τον Θεό;

-Ιησούς: Ο Σατανάς είναι ένας εκπεσόν άγγελος που είναι αισιόδοξος. Επαναστάτησε εναντίον του Θεού και θέλει να ανατρέψει όλες τις δημιουργίες του.

-Σωκράτης: Τι στο όνομα του Δία είναι ένας άγγελος;

-Ιησούς: Ο άγγελος είναι ένας άγγελλος.

-Σωκράτης: Μα βέβαια, αυτή είναι μια ταυτότητα. Ο Σωκράτης είναι Σωκράτης. Αλλά βλέπεις δεν σημαίνει τίποτα σε εμένα, άπειρος όπως είμαι στη θρησκεία σου. Παρ’όλο ότι είναι αλήθεια όσο αληθινό μπορεί να γίνει, δεν σχετίζεται σε κάτι που μπορώ να καταλάβω. Σύγκρινε το μέ κάτι που είμαι εξοικειωμένος.

-Ιησούς: Ένας άγγελος είναι ένας άγγελος.

-Σωκράτης: Σε παρακαλώ συγχώρα με για την άγνοια μου. Κατανόησε ότι δεν είμαι αυθεντία όπως είσαι εσύ. Δεν έχω ποτέ έναν άγγελο ούτε έχω ακούσει για έναν. Είμαι ενήμερος ότι είχες πολλά παράξενα οράματα όταν περιφερόσουνα για 40 ημέρες χωρις φαγητό. Σε παρακαλώ πές μου πως είναι αυτοί οι άγγελοι.

-Ιησους: Έχουν φτερά.

-Σωκράτης: Το ίδιο και οι σκνίπες. Μπορείς να γίνεις πιο συγκεκριμένος;

-Ιησούς: Μοιάζουν με ανθρώπους εκτός του ότι έχουν φτερά.

-Σωκράτης: Μα φυσικά, έπρεπε να το είχα καταλάβει. Είπες ότι μοιάζουν με τους ανθρώπους. Σε τι διαφέρουν από αυτούς;

-Ιησούς: Είναι πολύ ανώτεροι των ανθρώπων και δεν πεθαίνουν ποτέ.

-Σωκράτης: Πόσο ανώτεροι των ανθρώπων;

-Ιησούς: Πιο ενάρετοι και ισχυροί. Πολύ πιο ισχυροί.

-Σωκράτης: Είναι υπεράνθρωποι τότε.

-Ιησούς: Ναι. Απολύτως!

-Σωκράτης: Τότε είναι υπεράνθρωποι και αθάνατοι. Εμείς εδώ στην Αθήνα θα καλούσαμε αυτά τα όντα θεούς.

-Ιησούς: Όχι! Ο Θεός είναι ισχυρότερος από αυτά.

-Σωκράτης: Ομοίως είναι ο Ζευς, για μάς, ισχυρότερος από τους υπόλοιπους Ολύμπιους θεούς, αλλά οι υπόλοιποι είναι ακόμα κατ’ εφημισμόν θεοί. Πώς θα όριζες τον θεό;

-Ιησούς: Θεός είναι ο δημιουργός των πάντων. Είναι όλη η δύναμη, η γνώση, η σοφία και η επιτομή της δικαιωσύνης, του οίκτου, της συμπόνιας, της καλοσύνης και της ειρήνης.

-Σωκράτης: Αυτές οι ιδιότητες δεν είναι όμως απαραίτητα σταθερές. Είναι απίθανο για έναν άνθρωπο να είναι δίκαιο, ειρηνικό και σπλαχνικό, όλα σε ένα παράδειγμα ή κατάσταση. Αν ένα άτομο ή ένα έθνος αξίζει τιμωρίας από το νόμο της δικαιωσύνης, πρέπει να τον τιμωρήσεις ή να διεξάγεις πόλεμο σ’αυτούς, αλλά αυτή θα αποτελέσει παραβίαση του νόμου της ειρήνης ή του οίκτου. Κανένα όν δεν θα μπορούσε να έχει όλες αυτές τις ιδιότητες γιατί αντιφάσκονται: δεν μπορούν να συνυπάρχουν μαζί μέσα σε ένα άτομο ταυτόχρονα. Είναι όπως ένας άνθρωπος να είχε γυρίσει ταυτοχρόνως αριστερά και δεξιά στην ίδια γωνία την ίδια στιγμή, ενώ παραμένει σώος και αβλαβής.

-Ιησούς: Ο Θεός κάνει θαύματα με μυστηριώδεις τρόπους.

-Σωκράτης: Φαίνεται ότι έχετε πολλούς θεούς όπως εμείς στην Αθήνα, μόνο που δεν τους αποκαλείς θεούς.

-Ιησούς: Όχι! Ο Θεός είναι πανίσχυρος.

-Σωκράτης: Τότε η μόνη διαφορά είναι ο βαθμός δύναμης;

-Ιησούς: Όχι. Ο Θεός είναι καλύτερος και ενάρετος από αυτούς. Η αμαρτία είναι απίθανη για αυτόν.

-Σωκράτης: Τι είναι αμαρτία;

-Ιησούς: Είναι μια πράξη ανυπακοής στον Θεό.

-Σωκράτης: Από αυτό καταλαβαίνω πως ο Θεός δεν είναι αμαρτία γιατί δεν μπορεί να είναι ανυπάκουος στον εαυτό του. Αλλά από την στιγμή που η αμαρτία είναι απίθανη γι’αυτόν, δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα σημάδι ικανοποίησης γι’αυτόν απ’ότι είναι για έναν βράχο σημάδι ικανοποίησης να μην μπορεί να κουνηθεί. Τι κάνουν αυτοί οι άγγελοι;

-Ιησούς: Κάνουν θελήματα για τον Θεό.

-Σωκράτης: Γιατί ο Θεός, αφού είναι πανίσχυρος, να χρειάζεται άλλους να κάνουν θελήματα γι’αυτόν;

-Ιησούς: Έτσι του αρέσει.

-Σωκράτης: Τότε είναι οι σκλάβοι του.

-Ιησούς: Όχι, τον υπηρετούν πρόθυμα .

-Σωκράτης: Τι συμβαίνει άν δεν τον υπηρετήσουν πρόθυμα;

-Ιησούς: Υπάρχουν διάφοροι άγγελοι υπό τον Σατανά που επαναστάτησαν εναντίον του Θεού και απεβλήθησαν από τον παράδεισο σε αιώνια τιμωρία.

-Σωκράτης: Τί είναι ο παράδεισος;

-Ιησους: Είναι ένα υπέροχο μέρος εκεί ψηλά στον ουρανό. Οι δρόμοι είναι στρωμένοι από χρυσό. Τα πάντα εκεί είναι ειρηνικά και ωραία. Ο Θεός μένει εκεί και όλοι που πιστέυουν στον Θεό πάνε εκεί όταν πεθαίνουν. Οι άνθρωποι εκεί έχουμ αιώνια ζωή και τους δίνονται φτερά και προσκυνούν τον Θεό και παίζουν άρπα εις αιώνιαν ευδιαμονίαν και χαρά για πάντα. Αποτελεί επιδίωξη και στόχο για όλη την ζωή του ανθρώπου να πάει στον παράδεισο όταν πεθάνει.

-Σωκράτης; Αυτό ηχεί σαν τις περιγραφές που έχω ακούσει να δίνονται από αυτούς που είχαν φάει το άνθος του λότους. Εαν αυτός είναι ο σκοπός της ζωής, δεν θα μπορούσαμε απλά να γίνουμε μπεκρήδες στο κρασί ή στα ναρκωτικά και να αισθανόμαστε έτσι συνέχεια όπως οι ζητιάνοι και οι μεθύστακες που βλέπουμε στην άλλη πλευρά της πόλης;

-Ιησους: Η Βίβλος λέει «ου έλαβον οίνον ή δυνατόν πιοτόν».

-Σωκράτης: Εάν αποτελεί τον πρωταρχικό σκοπό της ανθρώπινης ζωής η μετάβαση στον παράδεισο, γιατί απλούστατα δεν αυτοκτωνεί για να πάει εκεί;

-Ιησούς: Ου φονεύσεις.

-Σωκράτης: Εαν ο Θεός ήθελε τον άνθρωπο να τον πάει στον παράδεισο, γιατί έβαλε τον άνθρωπο εξ’ αρχής στη Γή; Γιατί δεν τον έβαζε αντ’άυτού αφής εξ’αρχής στον παράδεισο; Το βρίσκω δύσκολο να το πιστέψω ότι ο άνθρωπος με όλες τις ικανότητες, επιθυμίες και πολυπλοκότητες δημιουργήθηκε απλώς και μόνον να κάθεται και να είναι όλο υποκλίσεις και να προσκυνάει. Σίγουρα δεν υπάρχει, ούτε υπήρξε ανθρώπινος τύραννος τόσο μάταιος και υπερήφανος που ήθελε τα αντικείμενα του απλώς και μόνο να είναι όλο υποκλίσεις δουλοπρεπώς μπροστά από αυτόν από το χάραμα μέχρι το λυκόφως, αφημένος στην αιωνιότητα. Σίγουρα μπορώ να καταλάβω γιατί ο Σατανάς ήθελε να επαναστατήσει ενάντια σε μια στατική, πειθαρχημένη, καταπιεστική και βαρετή κοινωνία. Από τα λεγόμενα σου μέχρι τώρα, θα έπαιρνα το μέρος του Σατανά, παρ’όλο που θεωρώ τον εαυτό μου ένα ταπεινό άνθρωπο όσο οι άνθρωποι θα παρέρχονται, γιατί δεν θα μπορούσα να είμαι όλο υποκλίσεις και να ψέλνω όλη μέρα σε ένα όν που με απείλησε με τιμωρία και αιώνιο βασανισμό αν δεν τα έκανα.

-Ιησούς: Ο Άρχοντας ο Θεός είναι ένας ζηλιάρης θεός και δεν υπάρχουν άλλοι θεοί που προηγούνται αυτού.

-Σωκράτης: Γιατί ο Σατανάς επαναστάτησε; Γνώριζε ότι ο Θεός ήταν τόσο ισχυρός όπως μου τον περιγράφεις και ήταν σίγουρος ότι θα νικιόταν;

-Ιησους: Ο Σατανάς επαναστάτησε γιατί ήταν περήφανος και ήθελε να κατακτήσει τον παράδεισο μόνος του. Γνώριζε μερικώς την δύναμη του Θεού (που ήταν μεγαλύτερη από την δική του), αλλά ήθελε διακαώς δύναμη καί ήταν πρόθυμος να ρισκάρει τα πάντα.

-Σωκράτης: Ο Σατανάς ήταν σίγουρα πολύ θαρραλέος τότε. Να παλέψει με έναν εχθρό που δεν μπορούσε να νικήσει.

-Ιησούς: Ήταν αμαρτωλός γιατί ήταν ανυπάκουος στη βούληση του Θεού.

-Σωκράτης: Μου φαίνεται ότι η μόνη διαφορά μεταξύ Σατανά και Θεού είναι ο βαθμός της δύναμης.

-Ιησούς: Ο Θεός είναι τέλειος. Είναι παντοδύναμος, παντογνώστης και αναμάρτητος.

-Σωκράτης: Μα και βέβαια. Εξ’ ορισμού είναι αναμάρτητος γιατί δεν μπορεί να είναι ανυπάκουος στον εαυτό του. Η μόνη πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο είναι ο βαθμός της δύναμης. Επομένως ο Σατανάς δεν είναι λαθεμένος ή αμαρτωλός να επαναστατήσει εναντια στον Θεό, ήταν μόνο λαθεμένος να χάσει την επανάσταση. Εάν είχε νικήσει, ο Θεός θα ήταν ο αμαρτωλός γιατί ο Θεός θα ήταν ανυπάκουος στον Σατανά που θα ήταν καλύτερος από τον Θεό ή στους άλλους αγγέλους γιατί δε θα μπορούσε να αμαρτήσει εναντίον του εαυτού του, που σημαίνει να είναι ανυπάκουος στον εαυτό του και θα αποδείκνυε εαυτόν πανίσχυρος. Εάν ο Σατανάς είχε νικήσει, θα είχε γίνει εξ’ ορισμού σου Θεός, γιατί θα ήταν πανίσχυρος και αναμάρτητος. Ποίος ξέρει τι θα γινόταν; Από την δική σου περιγραφή, αρχίζω να υποπτεύομαι σ’αυτό το σημείο ότι συνέβει.

-Ιησούς: Ο Θεός είναι κάτι παραπάνω από μια απλή δύναμη και ενάρετη έλλειψη αμαρτίας: Είναι μια παντοτινή δικαιοσύνη, οίκτος, ειρήνη και συμπόνια, και καθ’όλα συγχορετικός. Ο Σατανάς είναι φαύλος, εγωϊστής, καταστροφικός και αμαρτωλός.

-Σωκράτης: Τι συνέβη στον Σατανά μετά τον διωγμό του από τον παράδεισο;

-Ιησούς: Έπεσε στην Κόλαση από τον Θεό, όπου και μαρτύρησε και βασανίστηκε αιωνίως.

-Σωκράτης: Τι είναι η Κόλαση και γιατί ο Σατανάς έμεινε εκεί, αφού είναι τόσο επίπονη και δυσάρεστη;

-Ιησούς: Ο Θεός τον έκλεισε στην Κόλαση και δεν του επετράπη να φύγει. Ο Θεός δημιούργησε την Κόλαση ως ένα μέρος να τιμωρήσει τον Σατανά και όλους τους ανθρώπους που δεν έχουν πίστη στον Θεό. Είναι μία αιώνια κόλαση, αγωνία και μαρτύριο: όλοι οι αμαρτωλοί άνθρωποι που δεν ζητούν συγχώρεση από τον Θεό και δεν έχουν πίστη σ’αυτόν πάνε εκεί για να βασανιστούν από τον Διάβολο.

-Σωκράτης: Εαν ο Θεός είναι δίκαιος ή σπλαχνικός πώς μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο σε έναν εχθρό που τον πολέμησε σε μάχη; Γιατί απλούστατα δεν συγχώρεσε τον Σατανά μετά την νίκη, όπως κάνουν οι άνθρωποι σε ένα κατεκτημένο έθνος αφού το κυριεύσουν; Το ανθρώπινο είδος θα φαινόταν πιο φιλέσπλαχνο μετά από μία νίκη από τον Θεό. Γιατί δεν θα ασκούσαν στους νικημένους τέτοια βαναυσότητα και μάλιστα ισοβίως. Θα τους άφηναν ήσυχους για πάντα. Γιατί ο Θεός δεν έδειξε τις ικανότητες που περιέγραψες της δικαιοσύνης, του οίκτου, της συμπόνειας και της συγχώρεσης στον Σατανά; Σίγουρα η πολεμοχαρής φύση του Θεού είναι σε εμφανή αντίθεση από τον δικό σου ορισμό της έννοιας «Θεός» ως ένα ειρηνικό, σπλαχνικό και καθ’όλα συγχωρετικό ον.

-Ιησούς: Ο Θεός δουλεύει με μυστηριώδεις τρόπους για να λύσει τις απορίες.

-Σωκράτης: Εάν ο Σατανάς είναι κλειδωμένος στη Κόλαση, πώς μπορεί να φέρνει πανούκλα και να πράττει βαναυσότητα στο ανθρώπινο είδος και γιατί ο Θεός τον αφήνει, αφού είναι ισχυρότερος και καλός; Εάν ο Θεός είναι πανίσχυρος, πώς συμβαίνει να φαίνεται ότι επιτρέπει στον Σατανά να επιζήσει; Γιατί δεν τον καταστρέφει; Παρ’όλα αυτά αρχίζω να απορώ, σ’αυτό το σημείο, εαν η αντίθετη πορεία δεν ήταν καλύτερη.

-Ιησούς: Ο Θεός επιτρέπει στον Σατανά να φέρνει πανούκλα και να πράττει βαναυσότητες στο ανθρώπινο είδος με σκοπό να τιμωρήσει τον άνθρωπο για την αμαρτία του στον Κήπο της Εδέμ.

-Σωκράτης: Τι είναι ο Κήπος της Εδέμ;

-Ιησούς: Όταν ο Θεός δημιούργησε το πρώτο αντρόγυνο, τον Αδάμ και την Εύα, τους έβαλε στον Κήπο της Εδέμ. Όταν δημιουργήθηκαν, ήταν αγνοί και αναμάρτητοι. Να πως ο Θεός τους δημιούργησε. Ο Κήπος της Εδέμ ήταν ένας υπέροχος παράδεισος και παρείχε στον Αδάμ και στην Εύα τα πάντα που χρειαζόντουσαν. Δεν είχαν να δουλέυουν, παρά να κόβουν τα φρούτα από τα κλαδιά των άφθονων δέντρων. Ήταν τόσο αθώοι και αβλαβείς σαν παιδιά και δεν γνώριζαν τίποτα σχετικό με τον σαρκικό έρωτα. Ήταν ο ένας πλασμένος για τον άλλον, και αγάπησαν και λάτρεψαν τον Θεό που τους επισκεπτόταν που και που.

-Σωκράτης: Γιατί ο Θεός δημιούργησε το ανθρώπινο είδος;

-Ιησούς: Ήταν μοναχικός.

-Σωκράτης: Γιατί απλώς δεν δημιούργησε περισσότερους αγγέλους που ήταν περισσότερο ίσοι του από αυτήν την κατώτερη μορφή ζωής, τον Άνθρωπο; Δεν μπορεί να είναι το ότι ήθελε δούλους που θα περιφρονούσε αυτόν που θα τον φοβόταν, θα τον σεβόταν και θα τον λάτρευε;

-Ιησούς: Από την στιγμή που είναι ο δημιουργός μας, του οφείλουμε την λατρεία, τον σεβασμό και την βαθιά υπόκλιση μας.

-Σωκράτης: Είναι το παιδί ενός εγληματία, όπως απαιτεί το καθήκον, να είναι υπάκουος στον πατέρα, ή εχει το παιδί το δικαίωμα και την υποχρέωση να κρίνει τον εαυτό του μεταξύ σωστού και λάθους. Τι αμαρτία, τι πράξη ανυπακοής έπραξε ο άνθρωπος στον Κήπο της Εδέμ;

-Ιησούς: Στο κέντρο του Κήπου της Εδέμ, ο Θεός τοποθέτησε το δέντρο της Γνώσης. Είπε στον Αδάμ και στην Εύα ότι δεν έπρεπε να φάνε το φρούτο αυτού του δέντρου. Ο Σατανάς πήγε στον Κήπο μεταμφιεσμένος ως φίδι και είπε στην Εύα ότι θα κέρδιζε περισσότερη γνώση αν έτρωγε το φρούτο. Ο Σατανάς τους είπε ότι ο Θεός τους είχε πει να μην φάνε το φρούτο γιατί φοβόταν ότι εάν το έκαναν θα γινόντουσαν τόσο ισχυροί όσο ο Θεός. Η Εύα έπεισε τον Αδάμ να φάει το φρούτο. Αφού το έφαγαν, έμαθαν για την ερωτική επαφή. Αυτή ήταν η πρώτη αμαρτία.

-Σωκράτης: Είναι η γνώση διαβολική που ο Θεός θα ήθελε να την κρατήσει μακριά από εμάς; Γιατί ο θεός ήθελε να μας κρατήσει μακριά από την απόκτηση γνώσης; Μήπως ήθελε να μας κρατήσει υπόδουλους και χαμερπείς στα πόδια του; Μου φαίνεται ότι οφείλουμε ένα ευχαριστώ και μια ευλάβεια στον Σατανά για την βοήθεια του. Ο Σατανάς φαίνεται σαν τον Τιτάνα Προμηθέα, ο οποίος περιφρονώντας τις εντολές των θεών έδωσε στον άνθρωπο την Γνώση της φωτιάς.. Γι’αυτήν την υπηρεσία προς τους ανθρώπους ο Προμηθέας, σαν τον Σατανά, βασανίστηκε και μαρτύρησε αιωνίως. Σίγουρα η ανθρώπινη ζωή θα άξιζε περισσότερο απ’ότι είναι χωρις αγάπη, φωτιά και γνώση.

-Ιησούς: Όμως ο Σατανάς είπε ψέμματα στην Εύα γιατί δεν γίναμε ισχυρότεροι σαν τον Θεό τρώγωντας το φρούτο. Μας είπε ψέμματα απλώς και μόνον επειδή ήθελε να καταστρέψει το έργο του Θεού.

-Σωκράτης: Εάν ο Θεός είναι πανίσχυρος, τότε γιατί άφησε τον Σατανά να έρθει στο Κήπο και να παραπλανίσει την Εύα; Εάν ο Θεός δεν ήθελε τον άνθρωπο να φάει το φρούτο, γιατί έβαλε αυτό το δέντρο εξ’αρχής; Εάν ο Θεός δεν ήθελε τον άνθρωπο να κάνει έρωτα, γιατί τοποθέτησε στον άνθρωπο τα απαραίτητα όργανα γι’αυτό; Εάν ο Θεός δεν ήθελε τον άνθρωπο να πράξει αμαρτία, γιατί έδωσε στον άνθρωπο την δίψα για γνώση, εμπειρία, περιπέτεια και σαρκικό έρωτα;

-Ιησούς: Ο Θεός έβαλε το δέντρο στον Κήπο και άφησε τον Σατανά να εισέλθει για να δοκιμάσει τον άνθρωπο.

-Σωκράτης: Είπες ότι ο Θεός είναι παντογνώστης, ότι ξέρει τα πάντα που συμβαίνουν πριν συμβούν. Σίγουρα ο Θεός θα ήξερε εξ’αρχής πως θα συμπεριφερόταν ο άνθρωπος.

-Ιησούς: Ο Θεός του έδωσε ελεύθερη βούληση. Ήταν όπως είναι τόσο πιθανό για τον άνθρωπο να είναι ενάρετος και υπάκουος στο Θεό όσο το να ήταν αμαρτωλός και ανυπάκουος στο λόγο του Θεού.

-Σωκράτης: Γνώριζε ο Θεός ότι αυτός ο άνθρωπος θα αμαρτούσε;

-Ιησούς: Γνώριζε ότι ο άνθρωπος θα αμαρτούσε αλλά του επέτρεψε την ελεύθερη βούληση να κάνει την δκή του επιλογή.

-Σωκράτης: Θα μπορούσε ο Θεός να δημιουργήσει έτσι τον άνθρωπο ώστε να μην μπορούσε να αμαρτήσει; Θα μπορούσε ο Θεός να δημιουργήσει έτσι τον άνθρωπο ώστε να μην είχε αμαρτήσει στη συγκεκριμένη κατάσταση;

-Ιησούς: Ναί, από την στιγμή που ο Θεός είναι πανίσχυρος θα μπορούσε να το κάνει, αλλά δεν ήθελε τους ανθρώπους μόνο μαριονέττες. Ήθελε να έχουν ελεύθερη βούληση.

-Σωκράτης: Θα μπορούσε ο Θεός να δημιουργήσει τον άνθρωπο με δύο κεφάλια και τρία πόδια ή με άλλον τρόπο εάν το ήθελε;

-Ιησούς: Ο Θεός θα μπορούσε να δημιουργήσει τον άνθρωπο όπως ήθελε.

-Σωκράτης: Μήπως ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο με τον τρόπο που το επιζητούσε; Επιζήτησε τον άνθρωπο να έχει ένα κεφάλι, δύο πόδια και να είναι όπως είναι σήμερα;

-Ιησούς: Μα και βάβαια. Ο Θεός είναι τέλειος και πανίσχυρος, δεν μπορούσε να κάνει λάθος.

-Σωκράτης: Άρα ο Θεός δεν έκανε λάθος, αλλά τον δημιούργησε ακριβώς όπως το επιζητούσε ο ίδιος.

-Ιησούς: Ναί.

-Σωκράτης: Τότε εμείς δημιουργηθήκαμε όπως ακριβώς το επιζητούσε ο Θεός να είμαστε; Και ο Αδάμ και η Εύα δημιουργήθηκαν όπως ακριβώς το επιζητούσε ο Θεός;

-Ιησούς: Ναί. Είναι όπως το έχω πεί.

-Σωκράτης: Μήπως όλα είναι καθ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν του Θεού.

-Ιησούς: Ναι, ο Θεός είναι ο Άρχοντας και Συντονιστής και Δημιουργός όλων.

-Ιησούς: Πίστευε και μη ερεύνα. Δεν πρέπει να γίνουμε άπιστοι Θωμάδες. Εαν πιστέψουμε στον Θεό, θα ανταμειφθούμε για όλες τις δίκες και τις δοκιμασίες χιλιαπλάσιες φορές όταν θα πάμε στον παράδεισο.

-Σωκράτης: Λες ότι πρέπει να πιστεύουμε οτιδήποτε μας πούν, χωρίς να το ερευνήσουμε ή να το εξετάσουμε, δηλαδή να γίνουμε αθώοι; Εαν το έκανα αυτό, θα έπρεπε να δίνω την τσάντα μου σε οποιονδήποτε στο δρόμο που μου υποσχέθηκε να την επιστρέψει χιλιαπλάσιες φορές. Θα είμαι ηλίθιος αν το κάνω όπως το λες. Και εδώ δεν με ρωτάς να δώσω απλώς λεφτά, αλλά να αφιερώσω ολόκληρη τη ζωή μου σε μια επιχείρηση και ένα σκοπό χωρίς να λάβω υπόψιν μου την αξία της επιχείρησης. Απαιτείς να ζήσω υπό την απειλή του βασανισμού και μου υπόσχεσε παράδεισο. Δεν είμαι ένας πράος και αθώος βλάκας που καθοδηγείται προς τα εκεί όπου μου έχουν πεί από κενές υποσχέσεις και απειλές.

-Ιησούς: Η πραότητα θα κληρονομήσει την Γή.

-Σωκράτης: Οι πράοι σφαγιάζονται και γίνονται σκλάβοι όπως τα γυναικόπαιδα ενός κατεκτημένου έθνους.

-Ιησούς: Δεν πρέπει να ρωτάς τον Θεό!

-Σωκράτης: Δεν έχω συναντήσει ποτέ αυτόν τον κύριο και επομένως δεν μπορώ να τον ρωτήσω. Ερωτώ εσένα, που δηλώνεις ότι τον εκπροσωπείς, αποφασισμένος να μάθω αν είσαι ή όχι.

-Ιησούς: Πρέπει να πιστεύουμε στη Βίβλο, στις Γραφές, στο Λόγο του Θεού με πίστη, χωρίς να περιμένουμε να είμαστε ικανοί να καταλάβουμε και χωρίς να ερωτάμε για απόδειξη.

-Σωκράτης: Είναι αδύνατον για έναν άνθρωπο να μην επιλέγει. Είσαι ενήμερος ότι υπάρχουν χιλιάδες άλλες θρησκείες στον κόσμο; Αν πιστεύουμε με πίστη θα πρέπει να τις αποδεχτούμε όλες. Όμως είναι όλες διαφορετικές και αυτό είναι που το κάνει αδύνατο. Θα ήταν σαν να πίστευες ταυτόχρονα ότι ο κόσμος είναι σφαιρικός και επίπεδος. Σίγουρα δεν εξασκείς αυτό που κυρήττεις. Γιατί έτσι τότε θα πίστευες ότι η Εβραϊκή θρησκεία και η Παλαιά Διαθήκη ήταν σωστές και δεν ξεκίνησαν αυτήν την νέα αιρετική θρησκεία σου. Ή σαν εχθές που οι ιερείς της Αθηνάς σε επέπλητταν στους δρόμους να σταματήσεις να κυρήττεις τα ιερά σου, θα έπρεπε να πιστέψεις στην Ελληνική θρησκεία των Ολυμπίων Θεών γιατί ήταν η πρώτη και θα έπρεπε να την πιστεύεις με πίστη γιατί σου είπαν ότι είναι αληθινή.

-Ιησούς: Σωθήκαμε από τη πίστη για να μην υπερηφανευόταν ο άνθρωπος.

-Σωκράτης: Επέτρεψε μου να σου δώσω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: Υπέθεσε πως το Μαντείο των Δελφών μου είπε ότι ένας συγκεκριμένος άνθρωπος ήταν ένοχος για τον βιασμό και την δολοφονία της γυναίκας μου και ότι θα έπρεπε να τον σκοτώσω, γιατί διαφορετικά θα με σκοτώσει, φοβούμενος ότι θα ανακαλύψω το έγκλημα του και τον σκοτώσω μου λες «ου φονεύσεις». Μου λές ότι πρέπει να έχω πίστη οτιδήποτε και αν μου πούν. Ακολουθώντας τη διαταγή σου, θα πρέπει να τον σκοτώσω εξ’αιτίας της πίστης μου στο Μαντείο των Δελφών αλλά δεν πρέπει να τον σκοτώσω εξ’αιτίας της πίστης μου στον Άρχοντα Θεό. Όμως δεν μπορώ ταυτοχρόνως και να τον σκοτώσω και να μην τον σκοτώσω. Επομένως μου είναι αδύνατο να πιστέψω οτιδήποτε από πίστη και μόνο. Υπάρχει μια πνευματική επιλογή που εγώ και εσύ και όλοι οι άνθρωποι κάνουν, είτε εθελοντικά είτε όχι, ως προς τι να πιστέψουμε. Τι θα πρέπει ενναλλακτικά να κάνεις: επιλέγεις σκεφτόμενος, συνομιλώντας και παίρνοντας υπόψιν όλες τις πλευρές του προβλήματος ή εθελότυφλα αρνήσαι ότι υπάρχει οποιαδήποτε άλλη επιλογή; Η επιλογή είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή ενός ανθρώπου γιατί η απάντηση στο ερώτημα «ποιός ο σκοπός της ζωής» προϋποθέτει ολόκληρη την πορεία της ζωής ενός ανθρώπου. Εάν ένας άνθρωπος πρέπει να καθοδηγεί την όποια κίνηση του από την θρησκεία του, όπως υποστηρίζεις, τότε σίγουρα θα πρέπει να σκεφτεί πολλές φορές για την επιλογή των θρησκειών. Επέτρεψε μου να σου πώ μια παραβοή: Εάν θέλεις να πάς από μια πόλη σε μία άλλη για κάποιο λόγο που εμπλέκει ολόκληρη την ζωή σου, δεν θα ήταν σοφότερο να πάρεις υπόψιν σου όλες τις διαδρομές, ασχέτως αν σε κάποιες από αυτές συχνάζουν ληστές, ασχέτως άν δεν είναι η πιό κοντινή ή πιό ασφαλής πόλη να πάς, ή, αν ασχέτως υπάρχει πράγματικά κάποια πόλη;

-Ιησούς: Εάν πραγματικά θέλεις να μάθεις την αλήθεια για τόν Θεό, τη δημιουργία και την σποπιμότητα της ζωής, υπάρχει ένας απλός τρόπος να ανακαλύψεις την αλήθεια. Το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να ζητήσεις από τον Θεό να έρθει στην καρδιά σου. Εάν πραγματικά θές να μάθεις την αλήθεια για τον Θεό, το Άγιο Πνεύμα θα έρθει σε εσένα και θα γίνεις ένα με τον Θεό. Εκείνη την στιγμή θα κερδίσεις παραδεισένια Γνώση και Ειρήνη. Και όταν θα πεθάνεις, θα πάς στον παράδεισο και θα ζήσεις παντοτινά χαρούμενος και ικανοποιημένος.

-Σωκράτης: Περιμένω να μάθω την αλήθεια. Τι ακριβώς πρέπει να κάνω και να πω με σκοπό να κερδίσω αυτή την Γνώση και Σοφία; Πώς θα απευθυνθώ σ’αυτόν;

-Ιησούς: Πές «Θεέ έλα στην καρδιά μου και δώσε μου Σοφία να κατανοήσω την αλήθεια».

-Σωκράτης: Λές απλά και μόνο επαναλαμβάνωντας το, θα κερδίσω Γνώση σχετικά με το ποιός είναι ο σκοπός της ζωής;

-Ιησούς: Ναί. Ο Θεός λέει να αναζητήσεις και θα βρείς, ρώτα και θα απαντηθεί, χτύπα και θα σου ανοιχτεί διάπλατα. Ο Θεός υποσχέθηκε να δείξει την αλήθεια σε οποιονδήποτε τον ρωτήσει.

-Σωκράτης: Θεέ έλα στην καρδιά μου και δώσε μου Σοφία να καταλάβω την αλήθεια.

-Ιησούς: Βλέπεις; Τώρα ευχαρίστησε τον Θεό που σου έδωσε αιώνια ζωή.

-Σωκράτης: Τίποτα δεν συνέβη. Δέν γνωρίζω τίποτε παραπάνω σχετικά με τον σκοπό της ζωής απ’ότι ήξερα πρίν.

-Ιησούς: Τότε δεν είσαι ειλικρινής. Δεν ευχήθηκες πραγματικά στον Θεό να έρθει στην καρδία σου και να σου δείξει την αλήθεια. Δεν είχες πίστη που θα ερχόταν στην καρδιά σου.

-Σωκράτης: Θέλω πραγματικά να μάθω την αλήθεια. Αφιέρωσα ολόκληρη την ζωή μου μελετώντας φιλοσοφία και λόγο. Εύχομαι πολύ περισσότερο από την ίδια τη ζωή να μάθω το σκοπό της ζωής. Είναι μια απάντηση που αναζητώ από τότε που πρωτοείδα τον ήλιο. Αν δεν την μάθω ακόμη, θα την αναζητήσω μέχρι την ημέρα που θα πεθάνω. Πιθανώς να μην με άκουσε. Να τον ξαναρωτήσω δυνατά;

-Ιησούς: Απέτυχες να βρείς την απάντηση γιατί δεν έχεις πίστη. Εάν ο άνθρωπος είχε εναποθέσει το μέγεθος ενός κόκκου σινάπεως, θα μπορεί να μετακινήσει ένα βουνό και οτιδήποτε ευχηθεί να γίνουν πραγματικότητα.

-Σωκράτης: Αυτό είναι αδύνατο. Μήπως κανένας από αυτούς τους ανθρώπους που σε ακολουθούν σήμερα είχαν ποτέ τους συγγενείς ή φίλους που να ήταν άρρωστοι ή πεθαμένοι; Σίγουρα υπήρχαν. Και σίγουρα εάν ήταν καλοί Χριστιανοί ευχήθηκαν να μήν αρρωστήσει ή πεθάνει κάποιος συγγενής ή φίλος, αλλά να είναι υγιής και ευτηχής και πάλι. Σίγουρα κανείς δεν θα είναι τόσο ηλίθιος να πεί πως δεν είχε δεί ποτέ φίλο να πεθαίνει. Σίγουρα κανένας δεν θα είναι τόσο σκληρός να πεί πως ποτέ δεν ευχήθηκε για ένα φίλο του να ζήσει. Επομένως, κατανοήται πως ποτέ κανένας Χριστιανός σ’όλη την διάρκεια των αιώνων δεν είχε πίστη στο Θεό, ή αλλιώς ότι ο Θεός ψευδόταν.

-Ιησούς: Ο Κύριος έδωκεν και ο Κύριος έλαβεν πίσω, ευλογημένο το όνομα του Κυρίου.

-Σωκράτης: Θα σου παρουσιάσω μια παραβολή που αποδεικνύει πως δεν υπήρξε ποτέ κανένας Χριστιανός ή Εβραίος που να είχε πίστη. Και θα σου αποδείξω οτι ο Θεός έλεγε ψέμματα όταν υποσχέθηκε να έρθει στην καρδιά του ανθρώπου και να του διδάξει το νόημα της ζωής. Πρώτον, θα συμφωνούσες ότι η Κόλαση είναι χειρότερη από οποιαδήποτε πιθανή γήϊνη ατυχία;

-Ιησούς: Ναί. Σίγουρα.

-Σωκράτης: Και επίσης δεν είχες πει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί και υπολείπονταν στη δόξα του Θεού;

-Ιησούς: Ναί.

-Σωκράτης: Όλοι οι Χριστιανοί ή οι Εβραίοι που έχουν πίστη, πιστεύουν ότι θα πάνε στην Κόλαση αν αματήσουνε. Επέτρεψε μου να σου παρουσιάσω αυτή την παραβολή. Κάθε Χριστιανός είναι σαν ένας άνθρωπος που στέκεται στην κορυφή του λόφου: γνωρίζει ότι εάν αμαρτήσει, θα πέσει εις θάνατον, ή χειρότερα, εις αιώνιο βασανισμό. Είχες πεί ότι η Κόλαση είναι χειρότερη από οποιαδήποτε πιθανή γήϊνη ατυχία. Ασχέτως κατά πόσο τραυματικές είναι οι γήϊνες ατυχίες ή επιθυμίες του, κανένας άνθρωπος που ήταν ένας πιστός Χριστιανός, θα έπραττε αματία, ήτοι να πηδήξει από τον λόφο εις αιώνιον βασανισμόν. Είχες πεί ότι όλοι οι άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων των πιστών Χριστιανών και Εβραίων, είναι αμαρτωλοί. Συνεπώς κανένας Χριστιανός ή Εβραίος από την αρχή της δημιουργίας του χρόνου, δεν πίστεψε ποτέ πραγματικά ότι θα πήγαινε στην Κόλαση. Γιατί εάν το πίστευε, δεν θα αμαρτούσε. Δεν θα πήδαγε από τον λόφο εάν πίστευε πώς η Κόλαση και ο αιώνιος βασανισμός τον περιμένουν εκεί κάτω. Όλοι οι άνθρωποι πράγματι πηδούν από τον λόφο, όλοι κάνουν αμαρτία. Επομένως, ούτε ένας δεν σε πίστεψε πραγματικά όλους αυτούς τους αιώνες. Αποδεικνύετε πως ο Θεός δεν ήρθε στις καρδιές τους όπως δεν ήρθε στην δικιά μου μόλις πριν λίγα λεπτά. Επομένως ο Θεός δεν έχει το Δικαίωμα να περιμένει από αυτούς να πράξουν με Χριστιανικό τρόπο ή να πιστέψουν σε Αυτόν. Επομένως, ο Θεός δεν έχει το δικαίωμα να τους τιμωρήσει ή να τους στείλει στην Κόλαση. Επομένως, ο Θεός δεν είναι δίκαιος. Εν κατακλείδι ο Θεός σου δεν είναι Θεός.

-Ιησούς: Κοίτα τον κόσμο γύρω σου. Δεν αποδεικνύει ότι ο Θεός υπάρχει; Δές μια ωραία και φιλάνθρωπη φύση που σε κάνει δυνατό και υγειή και σου παρέχει τον ήλιο για ζεστασιά και τα δάση και τα χωράφια για φαϊ. Δεν πρέπει να υποκλιθείς στον Θεό για όλα όσα σου έχει κάνει;

-Σωκράτης: Ξέρω ότι η φύση είναι καθ’όλα καλή και φιλάνθρωπη, αλλά ποιανού κόκκοι χαλαζιού έσπασαν το παράθυρο μου;

-Ιησούς: Απλούστατα υπάρχει κάποιο κακό στοιχείο στον κόσμο που δεν αναιρεί το καλό. Πρέπει να ευχαριστήσεις τον Θεό γι’αυτό. Ο Θεός πρέπει να υπάρχει, γιατί από που θα ερχόταν ο κόσμος αν δεν τον δημιουργούσε;

-Σωκράτης: Δεν είναι απαραίτητο ότι ο Θεός σου δημιούργησε τον κόσμο. Υπάρχουν χιλιάδες ιερείς που υποστηρίζουν ότι ο Θεός τους τον δημιούργησε. Απλά επειδή δεν έχω την απάντηση, δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποδεχτώ τον δικό σου Θεό χωρίς να τον ελέγξω. Θα μπορούσα απλώς λογικά να απαιτήσω να πιστέψεις ότι ο Δίας δημιούργησε τον κόσμο. Ακόμη και άν συμφωνήσω ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, συνεπάγεται το τέλος της έννοιας των ιδιοτήτων του Θεού και λογικά δεν μπορούμε να προχωρήσουμε από αυτό στην υπόθεση ότι οι άλλες πλευρές των εννοιών του Θεού είναι σωστές.

-Ιησούς: Περίμενε μην φεύγεις! Πρέπει να σώσεις την ψυχή σου από την αιώνια κατάρα. Αποδέξου τον Θεό στην καρδιά σου. Δεν θα φύγω μέχρι να μου πείς το ναί.

-Σωκράτης: Ναί. Υπάρχουν μόνο οι άεργες σκέψεις ενός γέρου άντρα. Είναι σίγουρο ότι είσαι σωστός από την στιγμή που έχεις πιστούς. Και αύτο που είμαι είναι απλά ένα μουντό και γέρικο μυαλό που βάζει την αιτία και την φιλοσοφία πάνω από τις φωνές του μέγα πλήθους.

-Ιησούς: Δόξα τω Θεώ που σου έδωσε αιώνια ζωή.

Ο Σωκράτης έφυγε.

Monday, February 2, 2009

Το φάντικο


Κάποτε, ζούσε σε μια χώρα ένας ηλικιωμένος συγγραφέας.
Κάθε μέρα έγραφε άρθρα σε μια εφημερίδα. Στη χώρα αυτή που
ζούσε κανείς δεν του 'δινε σημασία, ούτε πρόσεχαν αυτά που
έγραφε. Γι' αυτό το λόγο ανησυχούσε ο συγγραφέας. όλο και
σκεφτόταν πώς να τραβήξει πάνω του το ενδιαφέρον των
αναγνωστών.
Ένα βράδυ, καθόταν πλάι στο γραφείο του, πιάνοντας το
κεφάλι του με τα δυο χέρια και λέγοντας από μέσα του "τι να
κάνω, τι να κάνω"". Έπρεπε να γράψει κάτι για την αυριανή
εφημερίδα. Όμως τίποτε δεν κατέβαζε το κεφάλι του. Πήρε στο
χέρι του την πένα και άρχισε ν' αραδιάζει στο άδειο χαρτί που
είχε μπροστά του κάτι ακαταλαβίστικα σχέδια. Κάνοντας άθελα
αυτά τα σχέδια, σκεφτόταν από την άλλη μεριά το θέμα. Κάθε
φορά που δεν του κατέβαινε καμιά ιδέα για γράψιμο, όλο αυτό
έκανε. Έτσι χωρίς να το καταλάβει σχεδίασε ένα καράβι με
πανιά. Ύστερα έγραψε τ' όνομά του. Ξανάγραψε τ' όνομά του.
"Τι να γράψω αύριο"" ξανασκέφτηκε. 'Aρχισε πάλι να γράφει τ'
όνομά του με κεφαλαία.
Αφού γέμισε με μουντζούρες το χαρτί που είχε μπροστά
του, το πέταξε νευριασμένος. Μετά πήρε ένα άλλο χαρτί και
άρχισε να κάνει κύκλους. Κατόπι σχεδίαζε αστράκια. Έφτιαξε με
κόπο ένα "Φ". Όπως και τ' άλλα σχέδια, έτσι άσκοπα χάραξε κι
αυτό το "Φ", χωρίς να το θέλει. Ύστερα, δίπλα σ' αυτό το "Φ"
έβαλε ένα "Α". Πιο ύστερα, με πολλή αδεξιότητα έκανε έναν
ήλιο και μια καρδιά. 'Aρχισε ν' αραδιάζει πάνω στο χαρτί
διάφορα ψηφία, απ' εδώ κι απ' εκεί. Ένα "Φ", ένα "Α", ένα "Ν""
Ύστερα ένα "Τ", ένα "Ι""
"Τι να κάνω, τι να κάνω"", είπε πάλι από μέσα του. Έπρεπε
να γράψει κάτι, ώστε να πει ο κάθε αναγνώστης:
"'Aσκολσουν στον ερίφη, ωραία το 'γραψε!""
Πάνω στο χαρτί έγραψε ένα "Κ", ύστερα ένα "Ο". Ύστερα
σχεδίασε κάτι σαν αλογοουρά.
Καθώς σκεφτόταν "τι να γράψω"" ένιωσε σαν να ξύπνησε
από τη νάρκη του. Έτσι, νιώθοντας μισοξύπνιος, έβαλε τα
γράμματα που είχε σημειώσει εδώ κι εκεί στο χαρτί, το ένα
δίπλα στο άλλο, και άρχισε να διαβάζει: Φ-Α-Ν-Τ-Ι-Κ-Ο.
'Aλλη μια φορά διάβασε: Φαντίκο"
"Να, το βρήκα!"" ξεφώνισε με χαρά.
Τελικά είχε βρει αυτό που θα 'γραφε στην εφημερίδα. Πήρε
ένα καθαρό χαρτί. Έγραψε την επικεφαλίδα "Φαντίκο". Όλη η
δυσκολία ήταν ώσπου να βρει το θέμα.
* * *
Το άρθρο με τον τίτλο "Φαντίκο", έκανε μεγάλη εντύπωση
την άλλη μέρα. Όλοι μιλούσαν για το "Φαντίκο", που κατά τα
φαινόμενα, ήταν κάτι το πολύ κακό.
Ρωτούσε ο ένας τον άλλον, αν διάβασε για το "Φαντίκο".
Κι όσοι δεν το είχαν διαβάσει, έψαχναν να βρουν την εφημερίδα
και το διάβαζαν.
Αυτό που τον λεν "Φαντίκο" ήταν κάτι το φοβερό. Τι
ακριβώς ήταν, κανείς δεν ήξερε. αναρωτιόνταν όλοι και έλεγε ο
ένας τ' αλλουνού: "Τι είναι το 'Φαντίκο';" Και κανείς δεν ήξερε
τι ήταν αυτό. Όμως, το μόνο που καταλάβαιναν οι αναγνώστες
από τα γραφόμενα, ήταν, μα την αλήθεια, αυτό: το "Φαντίκο"
θα έπρεπε να είναι πολύ κακό, μα πολύ φριχτό πράμα.
Ύστερα από τρεις μέρες, ο συγγραφέας έγραψε στην
εφημερίδα του άλλο ένα άρθρο με τον χτυπητό τίτλο "Τι είναι το
Φαντίκο;" Ήταν ένα άρθρο που σκορπούσε το φόβο σ' αυτούς
που το διάβαζαν. Οι "Φαντικοϊστές" ήταν, λέει, πολύ επικίνδυνοι
άνθρωποι. Γκρέμιζαν κι έφερναν καταστροφή, όπου κι αν
πήγαιναν. Αυτοί ήταν χειρότεροι κι από το διάβολο!"
Ο συγγραφέας εκείνος μέσα στο μήνα έγραψε έξι άρθρα
για το "Φαντίκο", το "Φαντικοϊσμό" και τους "Φαντικοϊστές".
Μεγάλο, πρωτοφανέρωτο ενδιαφέρον προκάλεσαν τ' άρθρα
αυτά.
Βλέποντας και άλλοι συγγραφείς το ενδιαφέρον του
κόσμου, άρχισαν να γράφουν παρόμοια άρθρα πάνω στο θέμα
"Φαντίκο". Τέτοιους τίτλους είχαν τα άρθρα αυτά: "Ανάθεμα
στους Φαντικοϊστές", "Ελεεινοί Φαντικοϊστές", "Θάνατος στους
Φαντικοϊστές".
Από μέρα σε μέρα, σ' εκείνη τη χώρα, απλωνόταν ο φόβος
του "Φαντίκο", και η φήμη αυτουνού που για πρώτη φορά
ξεσκέπασε το "Φαντίκο" μέρα με τη μέρα μεγάλωνε. Τον
μεγαλώνυμο συγγραφέα τον λογάριαζαν πια σαν σωτήρα.
Αν δεν ήταν αυτός που πρωτοφανέρωσε το φοβερό
κίνδυνο, κανείς δεν θα υποψιαζόταν το τρομερό φίδι που
ζεσταινόταν στον κόρφο τους.
Το είχαν χωνέψει πια, ότι το "Φαντίκο" είναι πιο
καταστροφικό και από το χτικιό, κι από τη χολέρα, κι από τον
τύφο. Μακάρι να σταματούσε εκεί το κακό. Πάνω απ' αυτά, το
"Φαντίκο" ήταν μια κολλητική αρρώστια. Μέσα σε χίλιους
νοματέους να 'μπαινε ένας "Φαντικοϊστές". Για να γίνει αυτό,
έφτανε να χασμουριστεί ή να πάρει την ανάσα του. Αν τυχόν
φταρνιζόταν, όχι χίλιους, μα δέκα χιλιάδες, δεν ήταν τίποτε να
τους μολύνει στη στιγμή. Γι' αυτό, όπου έβλεπαν
"Φαντικοϊστές", έπρεπε, προτού να πάρουν αυτοί ανάσα, προτού
ανοίξουν ακόμα το στόμα τους, δίχως να τους δοθεί καιρός να
βήξουν ή να φταρνιστούν, να χιμήξουν αμέσως οι άλλοι πάνω
τους, να λιώσουν το κεφάλι τους, να σκορπίσουν τα μυαλά
τους, και ύστερα να τους κάψουν, να τους κάνουν στάχτη. Και
μόνο με το κάψιμο των "Φαντικοϊστών" δεν τελείωνε η δουλειά,
δεν σωζόταν η κατάσταση. Έπρεπε να μαζέψουν τη στάχτη
τους, να τη ρίξουν στο βυθό της θάλασσας, να τη σκορπίσουν
στους τέσσερες ανέμους.
Πια σ' αυτή τη χώρα, ο καθένας ήταν όλος αφτιά και μάτια
περιμένοντας τι θα βγει ακόμα από την πένα του ένδοξου
εκείνου συγγραφέα, που πρώτος ανακάλυψε τον κίνδυνο του
"Φαντίκο". Ενάντια στον κίνδυνο του "Φαντίκο", νέοι και γέροι,
μικροί και μεγάλοι, άρρωστοι και γέροι, άντρες και γυναίκες,
όλοι μαζί κι ο καθένας χωριστά, ήταν άγρυπνοι, στο πόδι.
Μια μέρα, ο ξακουστός συγγραφέας έγραψε ένα άρθρο:
"Πώς μπορούμε να προφυλαχτούμε από το Φαντίκο". Σύμφωνα
μ' αυτό το άρθρο, για να προφυλαχτεί κανείς από το "Φαντίκο",
έπρεπε περπατώντας στο δρόμο να σέρνει τα βήματά του, να
κουνάει πάντα το κεφάλι του και συχνά ν' ανοιγοκλείνει τα
μάτια του. Όσο πιο πολύ κανείς ανοιγόκλεινε τα μάτια του και
έκανε να τρέμει το κεφάλι του, τόσο καλύτερα προφυλαγόταν
από το "Φαντίκο".
Όσοι δεν έκαναν τις παραπάνω κινήσεις, αυτοί ήταν οι
"Φαντικοϊστές".
Ο καθένας παρακολουθούσε τον άλλο. όποιος δεν
συμμορφωνόταν, ήταν αιρετικός και χιμούσαν πάνω του. Ο
καθένας πια από το φόβο του, για να την του κολλήσουν τη
ρετσινιά αυτή περπατούσε σέρνοντας τα πόδια του ασταμάτητα,
ανοιγόκλεινε τα μάτια του κι έκανε να τρέμει το κεφάλι του.
Αλλιώς δεν το είχαν σε τίποτα να τον πιάσουν για
"Φαντικοϊστή".
Και επειδή όλοι έσερναν τα πόδια τους, απ' αυτή την αιτία,
αργούσαν στις δουλειές τους. Έχαναν τα τραμ, έχαναν το
λεωφορείο, έχαναν το τρένο, έχαναν το βαπόρι και οι άνθρωποι
δεν μπορούσαν να προφτάσουν ποτές αυτά που έφευγαν.
Στη χώρα εκείνη, δεν μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει ποιοι
ήταν "Φαντικοϊστές" και ποιοι δεν ήταν, γιατί όλοι, από φόβο μη
χαρακτηριστούν, σέρναν τα πόδια τους, ανοιγόκλειναν τα μάτια
τους. Όμως, ο σοφός συγγραφέας το σκέφτηκε κι αυτό. Για να
προφυλαχτούν απ' το "Φαντίκο" δεν έφτανε να σέρνουν τα
πόδια, ν' ανοιγοκλείνουν τα μάτια, να τρέμει το κεφάλι τους.
Γιατί και οι "Φαντικοϊστές" είχαν αρχίσει να κάνουν το ίδιο. Έτσι
όπως μπλέχτηκαν τα πράγματα, δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν
οι "Φαντικοϊστές" από τους εχθρούς τους. Για τούτο, έγραψε ο
σοφός συγγραφέας ότι χρειάζονται και άλλα σημάδια για να
ξεχωρίζουν από τους "Φαντικοϊστές". απ' τη μια μεριά να λυγάνε
το γόνατό τους και απ 'την άλλη να φωνάζουν "Χούτα - Χάτα -
Χουπ!"". Στο εξής, όλοι έτσι έκαναν.
Καμιά φορά μερικοί τα μπέρδευαν και αντί να πούνε
"Χούτα - Χάτα - Χουπ!"" έλεγαν "Χάπα - Χούπα - Χαπ!". Τότε
τους περνούσαν για "Φαντικοϊστές" και τους πιάνανε.
Κατασκόπευε ο ένας τον άλλο. Στη χώρα αυτή, όλο και
δυνάμωναν οι φωνές με το "Χούτα - Χάτα - Χουπ" αυτών που
ασταμάτητα σέρναν τα πόδια τους, λυγούσαν το γόνατο,
τρεμούλιαζαν το κεφάλι, ανοιγόκλειναν τα μάτια. Από το φόβο
του ο καθένας να μην χαρακτηριστεί "Φαντικοϊστής",
ξελαρυγγιαζόταν ξεφωνίζοντας "Χούτα - Χάτα - Χουπ".
Αντηχούσαν στα βουνά και στα λαγκάδια και ολοένα δυνάμωναν
οι φωνές αυτές.
Μια μέρα, ο σοφός συγγραφέας θύμωσε με τον
ταβερνιάρη, όπου πήγαινε κάθε βράδυ και τα έπινε, γιατί του
ζήτησε να ξοφλήσει τα παλιά βερεσέδια. Έγινε μπαρούτι και
άρχισε να φωνάζει:
"Να ένας 'Φαντικοϊστής', πιάστε τον!"
Ο ταβερνιάρης, που τον είχαν πιάσει στο μεταξύ, όλο και
παρακαλούσε:
"Μα τω Θεώ, δεν είμαι 'Φαντικοϊστής'."
Κανείς όμως δεν το άκουγε. Ο ταβερνιάρης πάλι
παρακαλούσε:
"Δικαιοσύνη ζητώ, λίγο νισάφι. Εγώ 'Φαντικοϊστής'; Από
τότε που βγήκε αυτή η ομάδα, εγώ ούτε ένα δάχτυλο δεν
σήκωσα το πόδι μου από χάμω. Περπατώ σέρνοντας τα πόδια
μου. Σε κάθε βήμα λυγίζω το γόνατό μου. Χωρίς να σταματήσω
κουνάω σαν παλαβός το κεφάλι μου. Ακόμα και τη νύχτα, σαν
κοιμάμαι, στο σκοτάδι ανοιγοκλείνω τα μάτια μου. Εξόν απ'
αυτά, σαν τα βατράχια φλυαρώ φωνάζοντας όλο, χωρίς να
πάρω την ανάσα μου, 'Χούτα - Χάτα - Χουπ'!"
Πήγαν και του τα είπαν όλα του σοφού συγγραφέα.
"Μην το πιστέψτε τον κατεργάρη", τους λέει. "Αυτοί οι
'Φαντικοϊστές' μπαίνουν παντού."
Η μόδα εξαπλώθηκε σ' όλη τη χώρα. Ο καθένας
σπιουνεύοντας τον άλλο για "Φαντίκο" έκανε με σιγουριά τη
δουλειά του. Οι σπιτονοικοκύρηδες για να πετάξουν έξω τους
νοικάρηδες και να νοικιάσουν πιο ακριβά το σπίτι τους
κολλούσαν τη ρετσινιά: Αυτός είναι "Φαντικοϊστής". Και οι
νοικάρηδες που ήθελαν να καθίσουν τζάμπα, έλεγαν κι αυτοί με
τη σειρά τους: Αυτός είναι "Φαντικοϊστής". Ο μπακάλης στο
μουστερή του και ο μουστερής στον μπακάλη πετούσαν ο ένας
του άλλου: "Είσαι Φαντικοϊστής". Για να σώσει ο καθένας το
τομάρι του, προτού τον προλάβει ο άλλος, τον κάρφωνε με την
καταγγελία: "Αυτός είναι ο Φαντικοϊστής". Κερδισμένος έβγαινε
όποιος προλάβαινε. Έτσι στη χώρα αυτή ο χαφιεδισμός έδινε και
έπαιρνε.
Ήρθε και η σειρά του σοφού συγγραφέα. Κάποιος έριξε τον
πόντο: κι αυτός είναι "Φαντικοϊστής". Τα χρειάστηκε ο
άνθρωπός μας. Δεν ήξερε τι να κάνει. Αν έλεγε: Δεν υπάρχει
"Φαντικοϊσμός", είναι δικό μου παραμύθι, τι γινόταν η "σοφία"
του; Αν πάλι αποτολμούσε να πει: Ναι, είμαι "Φαντικοϊστής" δεν
θα του έμενε ρουθούνι"
'Aρχισε να τσεβδίζει: "Εγώ, εγώ Φαντικοϊστής; Εγώ, ε;
Εγώ"" Όλο μιξόκλαιγε. Ύστερα λύγισε τα γόνατά του, άρχισε ν'
ανοιγοκλείνει τα μάτια του, να τρεμουλιάζει το κεφάλι του και
να φωνάζει "Χούτα - Χάτα -Χουπ. Χούτα - Χάτα - Χουπ""

Αζίζ Νεσίν

Sunday, February 1, 2009

Ένας μικρός κοροϊδευτής


Δεν πρόκειται να κάνω επιστημονική ερμηνεία της σάτιρας.
Μονάχα θα αναφέρω τα εξής: Γενικά οι κοροϊδευτές σατιρίζουν,
κοροϊδεύουν, για να καλύψουν κάποιο δικό τους κενό. Μ' άλλα
λόγια, η κοροϊδία είναι ένα είδος αυτοάμυνας. Το χωρατό και το
χιούμορ είναι ένας τρόπος για να κρύψουμε από τους άλλους
κάτι που μας λείπει.
Στα θέατρα, στις δοκιμές θεατρικών έργων οι καλλιτέχνες
που αδυνατούν να ερμηνεύσουν το ρόλο τους, το γυρίζουν στο
αστείο. Στα σχολεία, κοροϊδευτές γίνονται οι μαθητές που
δυσκολεύονται να πετύχουν στα μαθήματά τους.
Ο Χαλίλ Λουτφί Ντορντουντζού, ιδιοκτήτης μιας
σημαντικής εφημερίδας κι ενός μεγάλου τυπογραφείου, ήταν
πολύ γνωστός για τη φιλαργυρία του. Δεν έχω δει στη ζωή μου
πιο φιλάργυρο άνθρωπο απ' αυτόν. Ήταν γνωστός σαν
εκατομμυριούχος και σαν χωρατατζής. Το ελάττωμα της
φιλαργυρίας του το κάλυπτε με τα έξυπνα χωρατά του.
Γιατί έφευγα συχνά από το Ορφανοτροφείο; Βρισκόμουν
σε μια σχολή που ανήκε αποκλειστικά στα ορφανά, ενώ εγώ
είχα πατέρα. Αυτό βέβαια δεν ήταν η μόνη αιτία που με
κρατούσε μακριά από το σχολείο. Μια άλλη αιτία, πολύ
σημαντική, ήταν οι κοροϊδίες των συνταξιωτών.
Ένας από τους γιους μου που σπούδαζε σε ξένη χώρα δεν
ήθελε να μένει στη σχολή εσωτερικός. Θέλησε να νοικιάσει
γκαρσονιέρα. Εγώ επέμενα, αυτός δεν άλλαξε γνώμη.
Προσπάθησα να καταλάβω την αιτία. Ήταν πολύ καλός
μαθητής, μελετηρός, αγόραζε πολλά βιβλία, συνέχεια διάβαζε.
Κάποιοι συμμαθητές του, για να καλύψουν την τεμπελιά και την
αποτυχία τους, ισχυρίζονταν ότι η μελετηρότητα του γιου μου
ήταν φτιαχτή κι ότι σκοπός του ήταν να κάνει επίδειξη. Για να
λυτρωθεί λοιπόν ο γιος μου από τις ενοχλήσεις των
συμμαθητών του, ήθελε να φεύγει τις νύχτες από το σχολείο.
Στις 30 Δεκέμβρη του 1974 του έγραψα το παρακάτω
γράμμα:
Μου γράφεις ότι οι συμμαθητές σου ισχυρίζονται πως
αγοράζεις βιβλία μόνο και μόνο για να κάνεις επίδειξη. Έτσι,
κατάλαβα την αιτία που δεν θέλεις να συνεχίσεις εσωτερικός.
Μη δίνεις παιδί μου σημασία σ' αυτούς. Και μην τους
λογαριάζεις. Όχι όμως ψεύτικα. Αν αδιαφορήσεις αληθινά, θα
ανακουφιστείς. Αν όμως καμωθείς πως δεν τους λογαριάζεις,
τότε θα υποφέρεις περισσότερο. Κορόιδευέ τους.
Μου γράφεις ακόμη, βάλε τον εαυτό σου στη θέση μου. Σε
καταλαβαίνω. Εγώ έχω υποστεί μεγαλύτερες δοκιμασίες. Αυτός
είναι ακριβώς ο λόγος που έφυγα από το Ορφανοτροφείο...
Ήμουνα επιμελής. Ήξερα πολύ περισσότερα από τους
συνταξιώτες μου. Οι δάσκαλοι συχνά με βγάζανε στο μάθημα.
Οι συμμαθητές μου είχαν φαίνεται την εντύπωση πως δεν ήταν
δυνατό σ' εκείνη την ηλικία να ξέρω τόσα πολλά πράγματα και
συμπεράνανε πως ήμουνα πολύ πιο μεγάλος απ' αυτούς.
Ήμουνα πιο κοντός απ' όλους. Με βλέπανε σαν έναν τζουτζέ,
μεγάλο στην ηλικία. Κι αρχίσανε να με λένε "μπαμπόγερο". Από
τη ζήλια τους με κοροϊδεύανε λέγοντάς με "μπαμπόγερο".
Εκνευριζόμουνα, δεν μπορούσα ν' αδιαφορήσω. Γιατί ήμουνα
έντεκα χρονώ. Τα παιδιά εκείνης της ηλικίας έχουν πολύ
εγωισμό, είναι άπονα και εκδικητικά. Και οι συμμαθητές μου με
κοροϊδεύανε άπονα. Προσπαθούσα να κάνω τον αδιάφορο μα
δεν τα κατάφερνα. Οι κοροϊδίες πολύ με κακοκάρδιζαν. Για να
σταματήσει το κακό, έπαψα να μελετώ και δεν απαντούσα στις
ερωτήσεις των δασκάλων μου. Μα και πάλι δεν μπόρεσα να
απαλλαγώ από τις κοροϊδίες των συμμαθητών μου. Μια από τις
αιτίες λοιπόν που άρχισα να φεύγω από το Ορφανοτροφείο ήταν
ότι δεν ήμουνα ορφανός, είχα πατέρα. Η άλλη αιτία ήταν οι
κοροϊδίες των συμμαθητών μου.
Ξέρεις παιδί μου ότι οι κοροϊδίες εκείνες με ωφελήσανε
πολύ; Αυτές με κάνανε ευθυμογράφο. Το παρατσούκλι που μου
κολλήσανε στάθηκε η μοναδική σχεδόν αιτία που έγινα
ευθυμογράφος. Γιατί σαν έφυγα από το Ορφανοτροφείο και
πήγα σε άλλα σχολειά, προπαντός στη Στρατιωτική Σχολή,
έψαξα να βρω κάποιον τρόπο για ν' αντιμετωπίσω ενδεχόμενες
καινούριες κοροϊδίες.
Σκέφτηκα τα εξής:
1. Δε θα προσποιόμουνα τον αδιάφορο μπρος στις
κοροϊδίες. Πραγματικά θ' αδιαφορούσα.
2. Και το κυριότερο, όλους θα τους κορόϊδευα. Μ'
άλλα λόγια, θα τους αφόπλιζα.
Έτσι κι έκανα. 'Aρχισα να κοροϊδεύω τους πάντες και τα
πάντα. Κόλλησα σε όλους παρατσούκλια. Οι συμμαθητές μου
και σήμερα με το παρατσούκλι αυτό είναι γνωστοί. Είχα κι εγώ
το παρατσούκλι μου. Εγώ το είχα κολλήσει στον εαυτό μου. Με
λέγανε "Ο Τρίχας" και είχαν την εντύπωση πως το παρατσούκλι
μου ήταν δικό τους εύρημα. Κι όμως εγώ το πρωτοείπα. Ο
μοναδικός τρόπος για να εμποδίσεις τους άλλους να σε
κοροϊδεύουν είναι να κοροϊδεύεις εσύ τον ίδιο τον εαυτό σου. Η
αυτοκοροϊδία δίνει στον άνθρωπο ωριμότητα.
Οι κοροϊδίες μου ήταν φαρμακερές. Οι συμμαθητές μου με
φοβούνταν, με αποφεύγανε. Και κανείς δεν τολμούσε να με
κοροϊδέψει. Αυτό λοιπόν που άρχισα να κάνω στα παιδικά μου
χρόνια, μόνο και μόνο για να αμυνθώ, με έκανε ν' αποχτήσω με
τον καιρό την ικανότητα του ευθυμογράφου που έγινε τέχνη
μου, δουλειά μου. Χάρη σ' αυτήν εξασφάλισα τη ζωή μου,
καθώς και τη δική σας ζωή. Μου έδωσε τη δυνατότητα να σας
σπουδάσω στο εξωτερικό. Αυτή λοιπόν είναι ιστορία του
ευθυμογράφου πατέρα σου...